- αλειμματάς
- Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 200 μ., 17 κάτ.) της Κεφαλονιάς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ελειού - Προνών του νομού Κεφαλληνίας.
* * *ο (θηλ. -ού) [άλειμμα]1. αυτός που αλείφει κάτι2. βουτυροπαραγωγός3. έμπορος, νοθευτής τού βουτύρου.
Dictionary of Greek. 2013.